Έξοχος διπλωμάτης, πολιτικός και πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από γονείς ευγενείς. Ο πατέρας του Αντώνιος
Καποδίστριας, που ήταν δικηγόρος και πολιτικός, αλλά και η μητέρα του
Διαμαντίνα το γένος Γονέμη κατάγονταν από ευγενείς οικογένειες και ήταν
γραμμένοι στη Χρυσή Βίβλο, το περίφημο Libro d’ Oro. Ο
Ιωάννης Καποδίστριας μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Κέρκυρα,
σπούδασε ιατρική στο περιώνυμο τότε πανεπιστήμιο της Πάντοβας. Εκεί είχε
την ευκαιρία να παρακολουθήσει και μαθήματα νομικής και φιλοσοφίας.
Στην Ιταλία ήταν τότε πολύ διαδεδομένες οι επαναστατικές ιδέες της
Γαλλικής επανάστασης. Ο Καποδίστριας, όντας από τη φύση του
φιλελεύθερος, δέχτηκε τα μηνύματα αυτά και έθεσε αργότερα τον εαυτό του
στην υπηρεσία του λαού, προσφέροντας τις υπηρεσίες του ως επιστήμονας,
αφιλοκερδώς πολλές φορές, και ως πολιτικός.
Μουσείο Μπενάκη. Λιθογραφία του καλλιτέχνη Λ. Νικιάδη. |
Επανήλθε στην πατρίδα του την Κέρκυρα
το 1797 σε ηλικία 21 ετών και δεν άργησε να διακριθεί. Ίδρυσε την
«Εταιρία των
Φiλων», έναν φιλολογικό σύλλογο με έντονη πνευματική και πολιτιστική δράση, και τον «Εθνικό Ιατρικό Σύλλογο», τον πρώτο μέχρι τότε στα ελληνικά χρονικά. Διορίστηκε διευθυντής στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Κέρκυρας, που ιδρύθηκε μετά τη Ρωσοτουρκική παρέμβαση στα Επτάνησα (1800).
Φiλων», έναν φιλολογικό σύλλογο με έντονη πνευματική και πολιτιστική δράση, και τον «Εθνικό Ιατρικό Σύλλογο», τον πρώτο μέχρι τότε στα ελληνικά χρονικά. Διορίστηκε διευθυντής στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Κέρκυρας, που ιδρύθηκε μετά τη Ρωσοτουρκική παρέμβαση στα Επτάνησα (1800).
Από το 1801 ήδη άρχισε να έχει ανάμειξη
στην πολιτική. Διετέλεσε Γραμματέας της Ιονίου Πολιτείας και ως
υπεύθυνος της εκπαίδευσης (έφορος) ίδρυσε 40 σχολεία και φρόντισε για
την καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας της Ιονίου
πολιτείας. Το 1807 η Γερουσία του ανέθεσε την οχύρωση και άμυνα της
Αγίας Μαύρας (Λευκάδας), την οποία απειλούσε ο Αλή Πασάς. Και τότε
απέδειξε πως δεν ήταν μόνο έξοχος διπλωμάτης και πολιτικός, αλλά ότι
διέθετε και σπάνια οργανωτικά και στρατιωτικά προσόντα.
Δεν άργησε, όμως, να
εγκαταλείψει την αγαπημένη του Κέρκυρα, που τόσο νοσταλγούσε στη
συνέχεια, και να πάει στην Αγία Πετρούπολη (1809) προσκεκλημένος του
Τσάρου. Εκεί γνώρισε και τη Ρωξάνδρα Στούρτζα,* που διετέλεσε κυρία επί των τιμών της αυτοκράτειρας Ελισάβετ, συζύγου του τσάρου Αλεξάνδρου του Α´, είναι «η μόνη γυναίκα που αγάπησε» ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας. Ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ του ανέθεσε διάφορες εμπιστευτικές αποστολές και το 1815 τον διόρισε υπουργό των Εξωτερικών της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Η
πολιτική του καριέρα στη Ρωσία συμπίπτει με σημαντικά γεγονότα στην
Ευρώπη, καθοριστικά πολλές φορές για την τύχη των λαών. Η συμβολή του
Καποδίστρια στη διαμόρφωση του πολιτικού χάρτη της Ευρώπης(1814-1822) υπήρξε μεγάλη. Ιδίως η αναγνώριση της Ελβετίας
από τις μεγάλες δυνάμεις ήταν δική του επιτυχία. Γι’ αυτό και τιμήθηκε
ως επίτιμος πολίτης στη Γενεύη, στη Λοζάνη και στο Καντόνι του Πο σε
ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες του προς την Ελβετία.
Η
σύγκρουσή του όμως με τον Καγκελάριο της Αυστρίας Μέτερνιχ, ο οποίος
ήταν η ψυχή της Ιερής Συμμαχίας, δεν άργησε να φανεί. Η πάλη των δύο
ανδρών σε διπλωματικό επίπεδο ήταν σφοδρή. Ο Καποδίστριας εξωθούσε τον
Τσάρο σε πόλεμο εναντίον της Τουρκίας και στην επίλυση του Ανατολικού ζητήματος με τα όπλα. Έτσι, θα ελευθερωνόταν και η Ελλάδα. Ο Μέτερνιχ
πάλι τον ανάγκαζε να μένει πιστός στις αποφάσεις της Βιέννης (1815) και
στις αρχές της «Ιερής Συμμαχίας» για τη διατήρηση της «νομιμότητας»
στην Ευρώπη με τη δίωξη των φιλελεύθερων ιδεών και την κατάπνιξη κάθε
απελευθερωτικού κινήματος.
Ο
Καποδίστριας, εκτιμώντας ότι το πολιτικό κλίμα της Ευρώπης ήταν
αρνητικό για την Ελληνική υπόθεση, αρνήθηκε να δεχτεί την πρόταση των
φιλικών να ηγηθεί της επανάστασης. Με το ξέσπασμα της επανάστασης,
διαφοροποιήθηκε πολύ από την επίσημη πολιτική της Ρωσίας και γι’ αυτό
απομακρύνθηκε με εύσχημο τρόπο· πήρε άδεια επ’ αόριστον τον Αύγουστο
1822, εγκαταστάθηκε στην Ελβετία και από εκεί δεν έπαψε να εργάζεται για
την ελληνική υπόθεση με το πλήθος των γνωριμιών του και το μεγάλο κύρος
που διέθετε.
Τα
χρόνια πέρασαν και οι αγώνες των Ελλήνων απέδωσαν καρπούς. Κατά την Γ΄
εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας (1827), ύστερα από πρόταση του Κολοκοτρώνη, ο Καποδίστριας εκλέγεται να κυβερνήσει τη μικρή τότε ελεύθερη Ελλάδα για επτά χρόνια. Στις 7 Ιανουαρίου 1828 ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας έφτασε στο Ναύπλιο
και κατόπιν πήγε στην Αίγινα, που θα ήταν προσωρινή πρωτεύουσα του
νεοσύστατου κράτους. Ο Ιωάννης Καποδίστριας κλήθηκε να συστήσει κράτος
από το μηδέν.
Τα
σύνορα δεν είχαν καθοριστεί. Ο πόλεμος δεν είχε λήξει. Η χώρα μας ήταν
ήδη χρεωμένη στους Άγγλους από τα δάνεια, που είχαν δαπανηθεί στις
ανάγκες του πολέμου αλλά και στον εμφύλιο. Η εικόνα που παρουσίασαν οι
τότε υπουργοί στον κυβερνήτη ήταν φρικτή. Δεν υπήρχαν ούτε δικαστήρια
ούτε δικαστές. Δεν υπήρχε ούτε στρατός, ούτε πολεμοφόδια.
Ρωξάνδρα Στούρτζα – Edling Λιθογραφία. Από την συλλογή του Πρίγκιπος Anatole Gagarine |
Ο Ιωάννης Καποδίστριας άρχισε αμέσως το τεράστιο έργο που τον περίμενε. Αναδιοργάνωσε
το στρατό και το στόλο και ανακατέλαβε τη Δυτική και Ανατολική Στερεά
Ελλάδα. Με τη συνθήκη που θα υπογραφόταν θα ευνοούνταν οι περιοχές που
είχαν πολεμήσει με επιτυχία. Επίσης, έφτασαν Γαλλικά στρατεύματα υπό τον
Μαιζόν για την απομάκρυνση των Τουρκοαιγυπτίων του Ιμπραήμ από το
Μοριά. Σε διπλωματικό επίπεδο έδωσε σκληρές μάχες, για να κερδίσει ό,τι
καλύτερο για την πατρίδα.
Αναδιοργάνωσε την επαρχιακή διοίκηση και έθεσε
τις βάσεις της οικονομίας. Νοιάστηκε για τη γεωργία, που την εμπλούτισε
με νέες καλλιέργειες (πατάτας), για την κτηνοτροφία, το εμπόριο, τη
ναυτιλία.
Έκοψε
το πρώτο νόμισμα, τον ασημένιο φοίνικα, εκπόνησε το πρώτο δασμολογικό
και φορολογικό σύστημα. Έθεσε τις βάσεις της εκπαίδευσης με πολλά
σχολεία αλληλοδιδακτικά,
στα οποία οι πιο προχωρημένοι μαθητές δίδασκαν τους υπόλοιπους υπό την
εποπτεία του δασκάλου, και άλλα χειροτεχνίας, δηλαδή πρακτικής
κατεύθυνσης. Στην Αίγινα ιδιαίτερα, ίδρυσε ορφανοτροφείο με διευθύντρια
τη Μαντώ Μαυρογένους, όπου βρήκαν περίθαλψη και προστασία 600 ορφανά,
καθώς επίσης και το Κεντρικό Σχολείο, οι απόφοιτοι του οποίου
προορίζονταν για ανώτερες σπουδές. Επίσης, ίδρυσε το Πρότυπο Αγροκήπιο
και τη Γεωργική σχολή Τίρυνθας. Στον
τομέα της δικαιοσύνης έθεσε τις βάσεις απονομής δικαίου με τη
δημοσίευση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και πολλών νόμων, με την
ίδρυση πρωτοδικείων στις έδρες των νομών, ειρηνοδικείων στις κωμοπόλεις,
καθώς και εφετείων. Το έργο που επιτελέστηκε στα τριάμισι χρόνια
διακυβέρνησής του μέχρι τη δολοφονία του ήταν τεράστιο και πρωτοφανές.
Η αντίδραση
κατά του κυβερνήτη ήταν από την αρχή σχεδόν έντονη και συνεχώς
αυξανόμενη. Στην προσπάθειά του να δημιουργήσει κεντρική εξουσία και να
θέσει τις βάσεις για την οικονομία, βρήκε αντιμέτωπους τους άρχοντες,
που αντιπροσώπευαν την παλιά αριστοκρατία. Οι πρόκριτοι φοβούνταν ότι θα
έχαναν τα παλιά τους προνόμια και την εξουσία τους και γι’ αυτό δεν
εννοούσαν να υπακούουν στα κελεύσματα του νεοσύστατου κράτους. Δεν
εννοούσαν π.χ. ότι έπρεπε να πληρώνουν φόρους. Και όχι μόνο τούτο, αλλά
ζητούσαν υπέρογκα ποσά ως πολεμική αποζημίωση για όσα είχαν χαλάσει κατά
τη διάρκεια του αγώνα.
Οι
Κουντουριώτηδες από την Ύδρα ζητούσαν τόσο πολλά για τα καράβια τους
που είχαν καταστραφεί, για τους μισθούς των πλοιάρχων και πληρωμάτων και
για άλλα ακόμη, που ο Αγώνας γι’ αυτούς θα ήταν κερδοσκοπική
επιχείρηση, αν η κυβέρνηση είχε να τους αποζημιώσει. Το ίδιο κάνανε κι
οι Σπέτσες και τα Ψαρά. Κι εκείνος που υποδαύλιζε την αντικαποδιστριακή
τακτική ήταν ο Αλέξ. Μαυροκορδάτος, ο πρώτος και μεγαλύτερος
πολιτικάντης της νεότερης ιστορίας μας, ο οποίος έβλεπε να του γλιστρούν
μέσα από τα χέρια τα τρανά αξιώματα. Το νησί της Ύδρας ήταν το
μεγαλύτερο αντικαποδιστριακό κέντρο, όπου προσέφευγαν οι δυσαρεστημένοι
και συνωμότες. Άλλο κέντρο ήταν η Μάνη των Μαυρομιχάληδων.
Η δολοφονία του Καποδίστρια στις 27-9-1831 από τον Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη, αδερφό και γιο αντίστοιχα του Πετρόμπεη,**
έχει υπερτονιστεί από τους ιστορικούς. Την εγκληματική ενέργεια όμως
δεν πρέπει να ερμηνεύουμε με βάση τα προσωπικά πάθη των δραστών. Ίσως να
μην το αποτολμούσαν, εάν η ατμόσφαιρα δεν ήταν τεταμένη και αν δεν
υπήρχε τόσο το πλήθος ανθρώπων, που φανερά επιθυμούσαν το θάνατο του
κυβερνήτη. Είχαν φτάσει στο σημείο να μαζεύουν χρήματα για το σκοπό αυτό
κρυφά. Και ως ηθικούς αυτουργούς δεν πρέπει να θεωρούμε μόνο τη φάρα
των Μαυρομιχαλαίων, τους Κουντουριώτηδες, τον Μαυροκορδάτο και άλλους,
καθώς επίσης και την υδραίικη εφημερίδα «Απόλλων», η
οποία πανηγύριζε για τον θάνατο του κυβερνήτη κι ύστερα έπαψε να
εκδίδεται, επειδή είχε εκπληρώση τον προορισμό της· ηθικοί αυτουργοί
ήταν και οι ξένοι και ιδίως οι Άγγλοι, οι οποίοι έβλεπαν στο πρόσωπο του
Καποδίστρια όχι τον Έλληνα κυβερνήτη αλλά τον Ρώσο πράκτορα. Στη
συνέχεια όλοι κατάλαβαν το μέγα σφάλμα, αλλά ήταν πια αργά.
Ο
Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ακέραιος χαρακτήρας, έντιμος και θερμός
πατριώτης και ανιδιοτελής. Αρνήθηκε σύνταξη από τη Ρωσία, για να μη
θεωρηθεί μισθοδοτούμενος από τους ξένους. Αρνιόταν τον μισθό του. Δυο
φορές θέλησαν να του κόψουν κάποια χορηγία, για να έχει τη δυνατότητα να
εμφανίζεται ως αρχηγός κράτους προς τους ξένους, τη μια το «Πανελλήνιο»
(η Κυβέρνηση), την άλλη η Δ΄ Εθνοσυνέλευση του Άργους (1829).
Και τις δυο φορές αρνήθηκε. Ξόδεψε όλη του την περιουσία για τις
ανάγκες της πατρίδας. Πούλησε ακόμα και τις πολύτιμες πέτρες από τα
παράσημά του. Και ήταν πολύ λιτοδίαιτος, όσο έβλεπε τη χώρα βουτηγμένη
στα ερείπια και σε φρικτή ανέχεια. Ο λαός τον αγαπούσε υπερβολικά και
θρήνησε πολύ για το χαμό του.
Το Ναύπλιο δεν είναι μόνο μια πανάρχαια
πόλη, στην οποία ο Μύθος και η Ιστορία χάνονται στο βάθος του χρόνου, η
πρώτη πρωτεύουσα του ελεύθερου κράτους, στους δρόμους της οποίας
παίχθηκε η ιστορία του Νέου Ελληνισμού αλλά και μια τραγική και
«θανάσιμη» πόλη. Το κυριακάτικο πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 στις 6.45′ περίπου με το παλιό ημερολόγιο, στην πόρτα του Αγίου Σπυρίδωνος δολοφονήθηκε ο πρώτος Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας.
Ο κυβερνήτης το πρωινό της αποφράδας εκείνης ημέρας ξεκίνησε για να εκκλησιαστεί, όπως συνήθιζε, στον Άγιο Σπυρίδωνα,
προστάτη άγιο της πατρίδας του της Κέρκυρας. Βγήκε από την κυβερνητική
κατοικία, το γνωστό παλατάκι, αργότερα κατοικία και του Όθωνα,
(που βρισκόταν στο χώρο όπου σήμερα βρίσκεται το άγαλμα του Όθωνα), από
την κύρια ανατολική καμαρωτή είσοδο προς την πλατεία Σιντριβανιού,
σημερινή πλατεία Τριών Ναυάρχων, φορώντας τη βαθυγάλαζη ρεντικότα, άσπρο
παντελόνι και βαθυγάλαζο καπέλο, συνοδευόμενος από τους δυο φρουρούς,
τον Γ. Κοζώνη και Α. Λεωνίδα, έστριψε δεξιά και έφθασε στο Μεγάλο Δρόμο
(οδό Βασ. Κων/νου), ακολούθησε πορεία προς τα δυτικά και σε λίγο
συνάντησε, την σημερινή οδό Αγγέλου Τερζάκη, (πρώην Ε. Σωφρόνη), και
έστριψε αριστερά κατευθυνόμενος προς τον Άγιο Σπυρίδωνα.
Προχώρησε στην οδό Αγγέλου Τερζάκη λίγα
μέτρα και στην συμβολή των οδών Δ. Πλαπούτα και Αγγέλου Τερζάκη μέσα στο
μουχρωμένο πρωινό πάνω στο σταυροδρόμι συνάντησε μπροστά του κακό
σημάδι, τους δυο Μαυρομιχαλαίους, Κωνσταντίνο και Γεώργιο ντυμένους με τα καλά τους, φορώντας φουστανέλες, συνοδευόμενους από δυο φρουρούς τον Ι. Καραγιάννη και τον Α. Γεωργίου διότι ήταν υπό επιτήρηση, με τον οπλισμό τους, καινούριες μπιστόλες που είχαν αγοράσει πριν από λίγες μέρες από μαγαζί του Ναυπλίου.
Οι Μαυρομιχαλαίοι κατοικούσαν σε μικρή
απόσταση ανατολικότερα από τον τόπο συνάντησης στην οδό Γ. Τερτσέτη,
πάροδο της οδού Πλαπούτα μεταξύ της πλατείας του Αγίου Γεωργίου και της
οδού Αγγέλου Τερζάκη, και είχαν βγει με κακό σκοπό, αναζητώντας πρωΐ –
πρωΐ την Κυριακή τον Κυβερνήτη για ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τον γνωστό
μανιάτικο τρόπο για λόγους τιμής.
Ο κυβερνήτης τους χαιρέτησε βγάζοντας το
καπέλο του αμίλητος, εκείνοι ξαφνιάστηκαν και του ανταπέδωσαν σιωπηλοί
τον χαιρετισμό. Στη συνέχεια ο Κυβερνήτης συνέχισε απρόσκοπτα με τους
δυο συνοδούς φρουρούς του την πορεία του προς την εκκλησία, ακολουθώντας
το καθιερωμένο σύντομο δρομολόγιο του κυριακάτικου εκκλησιασμού του με
αργό περπάτημα συνολικής διάρκειας επτά λεπτών περίπου. Έστριψε δεξιά
στην αρχή της οδού Σταϊκοπούλου και προχώρησε προς την εκκλησία.
Οι Μαυρομιχαλαίοι μετά
τον χαιρετισμό μέσα στο πρωινό δεν ακολούθησαν τον Κυβερνήτη, αλλά
έφυγαν γρήγορα ανηφορίζοντας νότια της οδού Τερζάκη το ανηφορικό στενό
με τα σκαλοπάτια, διέσχισαν στη συνέχεια τη μικρή πλατεία μπροστά από
την εκκλησία και έφτασαν νωρίτερα στον Άγιο Σπυρίδωνα, όπου περίμεναν
τον Κυβερνήτη στην πόρτα της εκκλησίας, όπως έκαναν και την προηγούμενη
Κυριακή, αλλά ο Κυβερνήτης έγκαιρα ειδοποιημένος δεν είχε πάει στην
εκκλησία.
Ο Κυβερνήτης αφού προχώρησε αριστερά
(δυτικά) στην αρχή της οδού Σταϊκοπούλου, έστριψε δεξιά στο πρώτο στενό
ανηφορικό δρόμο, που οδηγεί από την Σταϊκοπούλου, στην πλατεία του
Αγίου Σπυρίδωνα, μπροστά από το ιερό της εκκλησίας. Μόλις ανέβηκε τον
ανηφορικό δρόμο και πρόβαλε στο στενό του Αγίου Σπυρίδωνα, σημερινή οδό
Ιωάννη Καποδίστρια, κοντοστάθηκε για λίγο να αναπνεύσει και να
ξεκουραστεί, αλλά αντίκρυσε ξανά μπροστά του τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη,
να στέκεται έξω στη δεξιά πλευρά της πόρτας της εκκλησίας, υποπτεύθηκε
το κακό, έστρεψε για λίγο το κεφάλι του προς τα ανατολικά στη μικρή
πλατεία, όπου βρισκόταν η οικία του υπουργού Ροδίου, και αψηφώντας τον
κίνδυνο και με πίστη στο θεό συνέχισε την ηρωική πορεία του προς τον
τόπο του μαρτυρίου.
Όπως προκύπτει από τη δικογραφία δημοσιευμένη
στη Γενική Εφημερίδα, ο Κυβερνήτης μόλις έφθασε στην πόρτα και πάτησε
το πόδι του στο πλατύσκαλο και έμπαινε στην εκκλησία, ο Κων/νος Μαυρομιχάλης,
κρατώντας με το αριστερό κατεβασμένο χέρι το φέσι του, σήκωσε το δεξιό
χέρι που κρατούσε κρυμμένη την οπλισμένη μπιστόλα κάτω από λευκό
μπουρνούζι, τράβηξε τη σκανδάλη και τον πυροβόλησε εκ των όπισθεν στην
πίσω δεξιά πλευρά της κεφαλής, ενώ συγχρόνως ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης,
που στεκόταν στην εσωτερική πλευρά της πόρτας, όρμησε και τον χτύπησε
με μαχαίρι στη δεξιά πλευρά της κοιλιάς στη βουβωνική χώρα.
Στη συνέχεια ο I. Καραγιάννης
ένας από τους φρουρούς των Μαυρομιχαλαίων, ο οποίος στεκόταν εξωτερικά
της εκκλησίας απέναντι στην είσοδο της εκκλησίας κοντά στην τούρκικη
κρήνη, πυροβόλησε άστοχα κατά των φρουρών του Καποδίστρια, αλλά η σφαίρα
αστόχησε και χτύπησε στη δεξιά πλευρά της πόρτας όπου σώζεται και
σήμερα η λαβωματιά της πέτρας από το κτύπημα της σφαίρας.
Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης
μετά το φονικό ανέβηκε τρέχοντας τα σκαλοπάτια στο απέναντι σοκκάκι από
την πόρτα του Αγίου Σπυρίδωνα, την οδό Πλάτωνος, αλλά τον πυροβόλησε θανάσιμα ο μονόχειρας φρουρός του Καποδίστρια, Γ. Κοζώνης.
Ο Κωνσταντίνος, θανάσιμα τραυματισμένος, ανέβηκε τη σκάλα, έστριψε
αριστερά στο σοκκάκι αναζητώντας καταφύγιο σε σπίτια της περιοχής
ξεσηκώνοντας με τις φωνές τη γειτονιά.
Συνελήφθη όμως σε λίγο, η πόλη ολόκληρη
αναστατώθηκε από το φονικό του Κυβερνήτη, το οργισμένο πλήθος και
στρατιώτες τον λιντσάρισαν, κτυπώντας τον με ξύλα και σπαθιά και τον
έσερναν στα καλντερίμια τ’ Αναπλιού ως την πλατεία του Πλάτανου
(Συντάγματος), μπροστά από το ενετικό κτίριο του στρατώνα (σημερινό
Μουσείο), όπου εξεψύχησε. Το οργισμένο πλήθος έριξε το άψυχο κορμί του
στη θάλασσα.
Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης αμέσως μετά το φονικό, μαζί με τους δυο φρουρούς των Μαυρομιχαλαίων έφυγε προς τα δυτικά της εκκλησίας τρέχοντας προς το Βουλευτικό,
ακολουθώντας στη σημερινή οδό Καποδιστρίου, και κατέφυγε στη Γαλλική
πρεσβεία, που βρισκόταν στην οδό Σταϊκοπούλου, δυτικότερα από το Μουσείο, δίπλα στην οικία του ταγματάρχη Θ. Βαλλιάνου, λέγοντας «τον σκοτώσαμε… χίλια κομμάτια έγινε…».
Στη συνέχεια παραδόθηκε στις αρχές, φυλακίστηκε δικάσθηκε από στρατοδικείο και εκτελέσθηκε διά τουφεκισμού
στις 10 Οκτωβρίου στην Πλατεία, έξω από τα ανατολικά τείχη της πόλης
και της Πύλης της Ξηράς, στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται το κτίριο του
ΟΤΕ και ο σταθμός του τραίνου. Το φονικό του Κυβερνήτη βύθισε σε βαθύ
πένθος και απογοήτευση το πανελλήνιο.
Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας
προσέφερε τον εαυτό του θυσία και με το αίμα του βάφτηκε στο Ναύπλιο η
πόρτα του Αγίου Σπυρίδωνα, προστάτη της πατρίδας του της Κέρκυρας. Με
την δολοφονία του κόπηκε βίαια η προσπάθεια ανάκαμψης και εκσυγχρονισμού
του μόλις ελεύθερου νέου Ελληνικού κράτους. Ο θάνατος του Κυβερνήτη
έγινε λαϊκός θρήνος, μέσα από τα δημοτικά τραγούδια. Ο χώρος της
δολοφονίας του I. Καποδίστρια στο Ναύπλιο είναι ένας από τους
τραγικότερους και ιερότερους χώρους της πατρίδας μας.
Μπροστά από την εκκλησία, λίγο πριν την
είσοδο, υπάρχει ακόμα το καντήλι, στον τόπο μαρτυρίου του Κυβερνήτη. Ο
άδικος και τραγικός θάνατος του I. Καποδίστρια παραμένει ζωντανός στη
μνήμη των Ελλήνων που επισκέπτονται καθημερινά τον μαρτυρικό τόπο του
θανάτου του. Τη θλιβερή είδηση της δολοφονίας του Κυβερνήτη με
χαρακτηριστικά μοτίβα της δημοτικής ποίησης την περιγράφει, μεταξύ των
άλλων, και το ακόλουθο πελοποννησιακό τραγούδι, που αποτελείται από 14
δεκαπεντασύλλαβους στίχους:
Ένα πουλάκι ξέβγαινε ‘πό μέσ’ από τ’ Ανάπλι,
στηγ Κόρθο κάνει κολατσιό και στη Βστίτσα γιόμα,
στημ Πάτρα μπαρκαρίζεται, στο Μεσολόγγι πάει,
πάει χαμπέρια των Κλεφτών και των καπεταναίων.
-Πες μας, πες μας, πουλάκι μου, κανα-καλό χαμπέρι.
-Τι να σας πω, μωρέ παιδιά, τι να σας μολογήσω,
εψές, προψές που πέρναγ’ από μέσ’ από τ’ Ανάπλι,
άκουσα το μουσαφερέ και τηγ κρυφή κουβέντα,
τόγ Κυβερνήτη σκότωσαν οι Μαυρομιχαλαίοι.
Τρεις ντουφεκιές του ρίξανε με τρι’ ασημένια βόλια.
Το ‘να τόμ πήρε στηγ καρδιά και τ’ άλλο στο πλεμόνι,
το τρίτο το φαρμακερό τόμ πήρε στο κεφάλι.
Το στόμα τ’ αίμα γέμισε, τ’ αχείλι του φαρμάκι
κ’ η γλώσσα τ’ αηδονολαλεί σαν το χελιδονάκι.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στο δημοτικό
τραγούδι, με βάση το δημοτικό μοτίβο δεν αναφέρει μια ντουφέκια
(μπιστολιά) αλλά τρεις(!) με τρία ασημένια! βόλια.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι σε άλλο
εκτενέστερο δημοτικό τραγούδι με εμφανή λόγια στοιχεία περιγράφει με
ιστορική ακρίβεια τη σκηνή της δολοφονίας :
«Μια Κυριακή ξημέρωσε, να μη είχε ξημερώσει
ο Κυβερνήτης κίνησε να πάει στην Εκκλησία,
στην πόρτα όπου επάτησε, σκύβει να προσκυνήσει,
ο Γιώργης και ο Κωνσταντής δυο μπέηδες της Μάνης,
μια μπιστολιά του ρίξανε, φαρμακερό μαχαίρι.»
Χρήστος Πιτερός
Αρχαιολόγος Δ’ ΕΠΚΑ Ναυπλίου
Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, Δεκέμβριος 2009.
ΠΗΓΗ: http://argolikivivliothiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου